Καθισμένος στο παγκάκι, στην πρύμνη, έβλεπε τη Σύρο του ναχάνεται σιγά - σιγά στο γκρίζο, μες στη γαλάζια ομίχλη τουαπέραντου, και δίπλα του το νεαρό ζευγαράκι με τις πλάτεςπροκλητικά στραμμένες στο παρελθόν έβαζε πλώρη κατάπρυμα μεπυξίδα τον έρωτά τους.